Αϊνστάιν και Λαντάου: Επιστημονικές ιδιοφυίες και συνάμα... αντισταλινικοί αντικαπιταλιστές!
Του Γιώργου Μητραλιά
Τον Αϊνστάιν(1) τον έχουν ακουστά οι πάντες, αλλά το όνομα του Λεβ Λαντάου(2) το γνωρίζουν μόνο κάποιοι ειδήμονες των θετικών επιστημών. Ωστόσο, και οι δυο τους έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά: Κατέχουν περίοπτες θέσεις στον μικρό κατάλογο με τις πιο ξεχωριστές μεγαλοφυίες του περασμένου αιώνα. Διακρίθηκαν για την ελευθερία της σκέψης τους και τον αντικομφορμισμό της ζωής τους. Και κυρίως, μοιράζονται πολιτικές τοποθετήσεις από αυτές που, όχι άδικα, θεωρούνται “εξτρεμιστικές”, επαναστατικές και ανατρεπτικές της (κάθε) καθεστηκυίας τάξης! Και για τις οποίες, “φυσικά”, κανείς δεν σας μίλησε ποτέ…
Λαντάου: “Σύντροφοι, η μεγάλη υπόθεση της Οκτωβριανής Επανάστασης προδόθηκε ύπουλα”
Να λοιπόν γιατί ο λόγος σήμερα για τον Αϊνστάιν και τον Λαντάου όχι με την ιδιότητά τους του κορυφαίου επιστήμονα που σημάδεψε τη σύγχρονη εποχή, αλλά με εκείνη -την άγνωστη και επιμελώς κρυμμένη- του ... αντιγραφειοκράτη σοσιαλιστή και του αντισταλινικού κομμουνιστή! Για τον Αϊνστάιν που, όπως θα δούμε παρακάτω πολύ διεξοδικότερα, προτείνει -μεσούντος του ψυχρού πολέμου- σαν μόνη λύση στα υπαρξιακά προβλήματα της ανθρωπότητας, την κοινοκτημοσύνη των μέσων παραγωγής και το σχεδιασμό της οικονομίας, προειδοποιώντας όμως ταυτόχρονα ότι “μια σχεδιασμένη οικονομία μπορεί να συνοδεύεται από την απόλυτη υποδούλωση του ατόμου” αν δεν “αποτραπεί η γραφειοκρατία από το να γίνει παντοδύναμη και αλαζονική”! Και για τον Λαντάου που έντεκα χρόνια νωρίτερα, -το 1938!- μεσούσης της σταλινικής αγριανθρωπικής λαίλαπας, τολμά το αδιανόητο: Να (συν)γράψει την εξής προκήρυξη/μανιφέστο που καλεί τους εργάτες να ανατρέψουν τον Στάλιν “και την κλίκα του” στο όνομα της Οκτωβριανής Επανάστασης που αυτοί “πρόδωσαν ύπουλα”! Και αυτό με την πρόθεση να την μοιράσει την Πρωτομαγιά του 1938 στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας (!) μπροστά στον Στάλιν και στο ιερατείο του:
“Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε
Σύντροφοι!
Η μεγάλη υπόθεση της Οκτωβριανής Επανάστασης προδόθηκε ύπουλα. Η χώρα πλημμυρίζει από ποτάμια αίματος και λάσπης. Εκατομμύρια αθώων ρίχνονται στις φυλακές, και κανείς δεν ξέρει πότε θα έρθει και η δική του σειρά. Η οικονομία διαλύεται.Η πείνα σαρώνει. Είναι ξεκάθαρο, σύντροφοι, ότι η κλίκα του Στάλιν έχει κάνει φασιστικό πραξικόπημα! Ο σοσιαλισμός υπάρχει μόνο στις σελίδες των εφημερίδων που βουλιάζουν μέσα στα ψέματα. Ο Στάλιν, μισώντας θανάσιμα τον αυθεντικό σοσιαλισμό, έχει γίνει σαν τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι. Για να σώσει την εξουσία του, ο Στάλιν καταστρέφει τη χώρα και έτσι την κάνει εύκολη λεία για τον κτηνώδη γερμανικό φασισμό. Ο μόνος δρόμος για το προλεταριάτο της χώρας μας που ανέτρεψε την εξουσία του Τσάρου και των καπιταλιστών είναι να παλέψει αποφασιστικά ενάντια στο φασισμό του Στάλιν και του Χίτλερ, να παλέψει για το σοσιαλισμό.
Σύντροφοι, οργανωθείτε! Μην φοβάστε τους εκτελεστές της NKVD. Το μόνο που μπορούν είναι να χτυπάνε ανυπεράσπιστους φυλακισμένους, να συλλαμβάνουν αθώους ανθρώπους, να καταληστεύουν τον εθνικό πλούτο και να εφευρίσκουν γελοίες δίκες ενάντια σε ανύπαρκτες συνωμοσίες.
Σύντροφοι, οργανωθείτε στο Αντιφασιστικό Εργατικό Κόμμα. Μπείτε σε επαφή με την Επιτροπή του Μόσχας. Οργανώστε πυρήνες του ΑΕΚ στους χώρους δουλειάς. Χρησιμοποιήστε τεχνικές παρανομίας. Προετοιμάστε με αγκιτάτσια και προπαγάνδα το μαζικό κίνημα για το σοσιαλισμό.
Ο σταλινικός φασισμός υπάρχει επειδή εμείς είμαστε ανοργάνωτοι. Το προλεταριάτο της χώρας μας, που ανέτρεψε την εξουσία του τσάρου και των καπιταλιστών, θα καταφέρει να ανατρέψει τον φασίστα δικτάτορα και την κλίκα του.
Ζήτω η Πρωτομαγιά – ημέρα της πάλης για το σοσιαλισμό!
Επιτροπή Μόσχας του Αντιφασιστικού Εργατικού Κόμματος”.
Αυτή η προκήρυξη έμελλε να μην μοιραστεί ποτέ. Δυο μέρες πριν την Πρωτομαγιά, στις 28 Απριλίου 1938, η NKVD κάνει έφοδο στο Ινστιτούτο του Λαντάου και τον συλλαμβάνει, όπως εξάλλου συλλαμβάνει και τον στενό φίλο και επιστημονικό συνεργάτη του Μοϊσέι Κόρετς (που απελευθερώνεται μόλις το 1958), μαζί με τον οποίο είχαν γράψει και πολυγραφήσει την προκήρυξη. Η συνέχεια είναι η συνήθης: “Ανάκριση” και βασανιστήρια στη φυλακή Μπουτίρκα και τελικά καταδίκη του σε 10 χρόνια φυλακή με την εξωφρενική κατηγορία της… “κατασκοπείας υπέρ της ναζιστικής Γερμανίας”. Όμως, ο Λαντάου είναι πια παγκοσμίως γνωστός και η διεθνής επιστημονική κοινότητα κινητοποιείται για να τον βγάλει από την φυλακή. Ο Νιλς Μπορ και ο Πιοτρ Καπίτσα, πρόεδρος του Ινστιτούτου Φυσικής της Σοβιετικής Ακαδημίας Επιστημών, γράφουν στον Στάλιν και στον Μόλοτοφ ζητώντας την απελευθέρωση του Λαντάου. Και ω του θαύματος, μετά από ένα χρόνο στη φυλακή, ο Λαντάου αποφυλακίζεται!
Ασφαλίτικη φωτογραφία του Λαντάου (από τα αρχεία της NKVD)
Την (καλή) τύχη του Λαντάου δεν έχουν όμως, οι συνεργάτες και φίλοι του στο, παγκοσμίως διάσημο εκείνη την εποχή, Φυσικοτεχνικό Ινστιτούτο του Χαρκόβου, του οποίου ο ίδιος είναι εμπνευστής, διευθυντής και κινητήρια δύναμη. Ρώσοι αλλά και ξένοι (Αυστριακοί, Γερμανοί, Πολωνοί, Ρουμάνοι, Ολλανδοί…) ερευνητές, οι περισσότεροι από τους οποίους άνοιξαν νέους δρόμους στη Φυσική του περασμένου αιώνα, συλλαμβάνονται επίσης το 1937-1938, και είτε εκτελούνται, είτε “εξαφανίζονται” χωρίς να γίνει ποτέ γνωστή έστω η ημερομηνία και ο τόπος της θανάτωσής τους. Δηλαδή, έχουν ακριβώς την ίδια τύχη με εκατομμύρια άλλους σοβιετικούς πολίτες…
Όπως και ο Λαντάου, που περιγράφεται ως “φλογερός κομμουνιστής” από τους συναδέλφους του στην Οξφόρδη που επισκέφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930, έτσι και οι “ξένοι” επιστήμονες του Ινστιτούτου του Χαρκόβου είναι όλοι τους κομμουνιστές και μέλη των κομμουνιστικών κομμάτων των χωρών τους. Έρχονται στο Χάρκοβο της Ουκρανίας όχι μόνο για να ξεφύγουν από τις ναζιστικές διώξεις -ως κομμουνιστές και Εβραίοι- αλλά και για να “οικοδομήσουν το σοσιαλισμό” στην ΕΣΣΔ. Έτσι, το Φυσικο-Τεχνικό Ινστιτούτο του Λαντάου -γνωστότερο ως Fiztech- φτάνει να φιλοξενεί την αφρόκρεμα ή μάλλον τον ανθό των νέων Ευρωπαίων επιστημόνων, προκαλώντας το έντονο ενδιαφέρον της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας διάσημοι εκπρόσωποι της οποίας το επισκέπτονται μάλιστα τακτικά, τουλάχιστον πριν το σταλινικό καθεστώς απαγορεύσει κάθε επαφή με τον έξω κόσμο.
Ψάχνοντας όχι τον επιστήμονα, αλλά τον επαναστάτη Λέβ Λαντάου δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Η διεθνής αριστερά τον αγνοεί παντελώς και δεν υπάρχει το παραμικρό για αυτόν γραμμένο από κάποιον αριστερό οποιασδήποτε απόχρωσης και ευαισθησίας! Οι μοναδικές -και πολιτικά έντιμες και οξυδερκείς- εργασίες για τον “άλλο”, τον άγνωστο Λαντάου οφείλονται σε δύο Αμερικανούς και σε ένα Ρώσο όχι ιστορικούς αλλά μαθηματικούς και φυσικούς, που “ανακάλυψαν” σχετικά πρόσφατα τον αντισταλινικό κομμουνιστή Νομπελίστα Λαντάου γράφοντας για το τεράστιο επιστημονικό του έργο! Επωφελούμενοι του δειλού και πολύ σύντομου μισανοίγματος των αρχείων της NKVD (όπως και των GPU και KGB που την διαδέχτηκαν) στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αυτοί οι ερασιτέχνες ιστορικοί ανακάλυψαν έκπληκτοι την άγνωστη ως τότε πρωτομαγιάτικη προκήρυξη/μανιφέστο των Λαντάου-Κόρετς αλλά και τον φάκελλό του με τα πλήρη πρακτικά των διαδοχικών ανακρίσεων του Λαντάου στα υπόγεια της NKVD!
Ήταν σαν να αναδυόταν και να ερχόταν στο φως μια άγνωστη σκοτεινή πλευρά της παγκόσμιας ιστορίας, ίσως η μεγαλύτερη από τις τραγωδίες της. Και όπως ήταν αναπόφευκτο, η “ανακάλυψη” του πολιτικού Λαντάου έφερνε στο φως τις επίσης άγνωστες -και επιμελώς κρυμμένες- τραγωδίες των φίλων και συνεργατών του στο Ινστιτούτο του Χαρκόβου. Επειδή λοιπόν ακόμα και η απλή αναφορά των ονομάτων τους, συνιστά πράξη στοιχειώδους δικαιοσύνης και αποκατάστασης της ιστορικής αλήθειας, ιδού μερικά από αυτά: Lev Shubnikov (1901-1937), Lev Rozenkevich (1905-1937), Vadim Gorsky (1905-1937), Valentin Fomin (1909-1937), Konrad Weisselberg (1905-1937), καθώς και Matvei Bronstein (1906-1938), που θεωρείται ότι είναι ίσως η σημαντικότερη επιστημονική μεγαλοφυία του σοβιετικού μεσοπολέμου. Μακάρι να έβρισκε ο καθένας από αυτούς τον δικό του ιστορικό στο πρόσωπο κάποιου από τους πολιτικά ευαίσθητους νέους επιστήμονες μας,…
Από τα υπόλοιπα ονόματα συνεργατών του Λαντάου, διαλέξαμε δύο οι προσωπικές ιστορίες των οποίων είναι εμβληματικές της μεγάλης πολιτικής τραγωδίας εκείνης της εποχής που ακόμα πληρώνει ακριβά η ανθρωπότητα. Ο Γερμανο-Ολλανδο-Αυστριακός Fritz Houtermans και ο Πολωνο-Αυστριακός Alexander Weissberg, μέλη και οι δύο των κομμουνιστικών κομμάτων των χωρών τους, αφού συνελήφθησαν και βασανίστηκαν, παραδόθηκαν τελικά το 1940 από την NKVD στη Γκεστάπο του ναζιστικού καθεστώτος! Αυτή η παράδοσή τους, έγινε στο πλαίσιο της στενής συνεργασίας των υπηρεσιών ασφαλείας των δυό καθεστώτων που άρχισε πριν από το σύμφωνο Μόλοτοφ-Ρίμπεντροπ (1939), και είδε να παραδίνονται στη Γκεστάπο 80 Γερμανοί αντιφασίστες και κομμουνιστές πριν το 1939 και πάνω από 200 μετά το 1939.
Οι άνθρωποι του ινστιτούτου του Χαρκόβου. Στο κέντρο με τα άσπρα ο Λέβ Λαντάου και στα αριστερά του ο Νιλς Μπορ
Νομίζουμε ότι πρέπει να επωφεληθούμε της ευκαιρίας που μας δίνεται για να πούμε έστω και δυο λόγια, για μια από όλες αυτές τις απίστευτες προσωπικές ιστορίες των κομμουνιστών επιστημόνων του Ινστιτούτου του Χαρκόβου, την οδύσσεια του Alexander Weissberg που ακολούθησε την παράδοση του στους ναζιστές δημίους του. Αφού κλείστηκε σε πολλές φυλακές στη Γερμανία και στην (κατεχόμενη) Πολωνία, ο Βάϊσμπεργκ κατάληξε στο εβραϊκό γκέτο της Κρακοβίας. Όταν αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο να εκτελεστεί την επομένη, διέφυγε και βρήκε άσυλο σε άλλα εβραϊκά γκέτο στην Πολωνία, από όπου όμως δραπέτευσε έγκαιρα λίγο πριν αρχίσει η μαζική εξόντωση των κατοίκων τους. Κατάφερε να περάσει στην “άρια πλευρά” της Βαρσοβίας όπου όμως συνελήφθη λίγο αργότερα από τη Γκεστάπο, και στάλθηκε διαδοχικά σε φυλακές και σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Πολωνία. Δραπέτευσε και πάλι και έλαβε μέρος -με τα όπλα στο χέρι- στην ηρωϊκή εξέγερση της Βαρσοβίας ενάντια στη ναζιστική κατοχή. Συνελήφθη ξανά και κλείστηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης από το οποίο όμως δραπέτευσε με τη βοήθεια Γερμανού αντιφασίστα. Πέρασε στην παρανομία μέχρι το τέλος του πολέμου, και φοβούμενος μην τον ξανασυλλάβει η NKVD που δρούσε πια στην απελευθερωμένη Πολωνία, κατέφυγε τελικά το 1946 πρώτα στη Σουηδία και κατόπιν στη Γαλλία…
ΑΪΝΣΤΑΪΝ, Ο ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΙΟΚΡΑΤΗΣ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΗΣ!
Πολύ γνωστότερος από τον εντελώς άγνωστο αντισταλινικό κομμουνιστή Λαντάου, ο αντιγραφειοκράτης αντικαπιταλιστής Αϊνστάϊν παραμένει ωστόσο έως σήμερα αγνοημένος από την κάθε λογής αριστερά, που δεν τον επικαλείται ποτέ ακόμα και όταν ο “σοσιαλισμός” της παρουσιάζεται μαζικά -καλή ώρα όπως τώρα- σαν παρωχημένη ιδεολογία κάποιων απροσάρμοστων που δεν βγήκαν ποτέ από τον 19ο αιώνα. Φυσικά, η συστηματική απόκρυψη της μαρξιστικής και σοσιαλιστικής τοποθέτησης του Αϊνστάϊν και του Λαντάου δεν συνιστά καμιά έκπληξη όταν γίνεται με τις φροντίδες της αστικής τάξης και των ποικίλων μέσων που την υπηρετούν πιστά. Εξάλλου, η παραχάραξη της ιστορίας υπήρξε ανέκαθεν ένα από τα πιο προσφιλή χόμπυ της απανταχού γης δεξιάς και των παραφυάδων της…
Όμως, τι να πει κανείς για την αριστερά που πράττει περίπου το ίδιο ενώ -λογικά- θα έπρεπε να έχει κάθε συμφέρον να επικαλείται την αντικαπιταλιστική μαρτυρία δύο από τις “μεγαλύτερες διάνοιες” του σύγχρονου κόσμου, για να απαντήσει στη καθημερινή αντικομμουνιστική και αντισοσιαλιστική προπαγάνδα των δεξιών και ακροδεξιών αντιπάλων της; Η απάντηση σε αυτή την απορία δεν είναι δύσκολη: Η μεν σοσιαλδημοκρατία, που έχει προ πολλού αποκηρύξει το μαρξισμό και έχει αποφασίσει να συνδιαχειρίζεται το καπιταλιστικό σύστημα, αποστρέφεται -αν δεν μισεί- την έντονα αντικαπιταλιστική τοποθέτηση τόσο του Λαντάου όσο και του Αϊνστάϊν. Συνεπώς, είναι περίπου “φυσιολογική” και αναμενόμενη η συνεργασία της με τη δεξιά στο -πλέον- κοινό τους μέλημα να “θάψουν” πάσει θυσία τα…ανατρεπτικά στοιχεία που είναι ο Αϊνστάϊν και ο Λαντάου!
Απομένει όμως, η “άλλη”, η μη σοσιαλδημοκρατική αριστερά που εξακολουθεί να κραδαίνει τη σημαία του σοσιαλισμού. Αυτή -λογικά- θα είχε κάθε συμφέρον να απαντήσει στη προπαγάνδα της δεξιάς αλλά και της σοσιαλδημοκρατίας επικαλούμενη συστηματικά τις μαρτυρίες υπέρ του σοσιαλισμού, των δύο μεγάλων επιστημόνων της σύγχρονης εποχής. Όμως, αυτό δεν συνέβη ποτέ. Γιατί; Μα, επειδή αυτή η σταλινική και μετασταλινική αριστερά δεν μπορεί να ανεχθεί ή μάλλον μισεί θανάσιμα τον ξεκάθαρο αντισταλινισμό του Λαντάου αλλά και του Αϊνστάϊν. Και έτσι, φτάνουμε στο θλιβερό συμπέρασμα ότι, εδώ και τουλάχιστον 70 χρόνια, είναι σε πλήρη δράση μια -ετερόκλητη αλλά εξαιρετικά αποτελεσματική- συνωμοσία της σιωπής με μοναδικό αντικείμενο να φιμωθεί πάση θυσία ο ανατρεπτικός πολιτικός λόγος του Αϊνστάϊν και του Λαντάου!
Βέβαια, υπάρχουν και οι (λίγοι) άλλοι που δεν ανήκουν σε καμιά από τις παραπάνω κατηγορίες, και οι οποίοι θα μπορούσαν να έχουν κάθε συμφέρον να επικαλεσθούν τόσο τον αντικαπιταλισμό όσο και τον αντισταλινισμό του Αϊνστάϊν -η πολιτική τοποθέτηση και δράση Λαντάου τους ήταν άγνωστη καθώς έγινε γνωστή μόλις πρόσφατα. Αυτό που προκαλεί έκπληξη δεν είναι μόνον ότι δεν αναφέρονται ποτέ στον σοσιαλιστή και αντιγραφειοκράτη Αϊνστάϊν. Είναι κυρίως, ότι η σπάνια δημοσίευση από μέρους τους του ιστορικού κειμένου του “Γιατί σοσιαλισμός;”, δεν συνοδεύεται ποτέ από κάποιο σχόλιο ή ανάλυση που θα μπορούσε να προδώσει ότι υπάρχει έστω και στοιχειώδης κατανόηση της τεράστιας αξίας και σημασίας αυτού του κειμένου. Όχι επειδή το έχει γράψει “ένας ολόκληρος Αϊνστάϊν”, αλλά επειδή αυτό αναζωογονεί το μαρξιστικό λόγο καθώς πηγαίνει κατευθείαν στη ρίζα της καπιταλιστικής κακοδαιμονίας όπως αυτή εκδηλώνεται, βιώνεται και καταστρέφει τον καθένα από τους ανθρώπους και όλους μαζί. Και μάλιστα, όχι τους ανθρώπους του 1949 αλλά εκείνους του 2021! Και όχι με μισόλογα ή με τις γνωστές δυσνόητες φράσεις, αλλά ξεκάθαρα, απλά και κατανοητά.
Φυσικά, ο Λαντάου ήξερε ότι έπαιζε το κεφάλι του γράφοντας την πρωτομαγιάτικη προκήρυξη/μανιφέστο, και η απόφασή του να το κάνει με πλήρη συνείδηση του θανάσιμου κινδύνου που αυτό συνεπαγόταν δίνει στη πράξη του ακόμα μεγαλύτερη αξία. Όμως, δεν ήταν λίγο το θάρρος που χρειαζόταν ακόμα και ο -ήδη πολύ διάσημος- Αϊνστάϊν για να γράψει και να δημοσιεύσει ένα κείμενο σαν το “Γιατί σοσιαλισμός;”. Γραμμένο και δημοσιευμένο το 1949, ενώ ήδη μαίνεται ο ψυχρός πόλεμος και αρχίζει το κυνήγι μαγισσών που μετά από μερικούς μήνες θα γενικευθεί με τις φροντίδες του διαβόητου γερουσιαστή Μακάρθι, ο Αϊνστάϊν επιλέγει να πάει ενάντια στο ρεύμα και να χτυπήσει το σύστημα στη ρίζα του προτείνοντας ως μοναδική λύση στα προβλήματα της ανθρωπότητας, και άρα και των ΗΠΑ όπου ζει, το σοσιαλισμό, την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και το σχεδιασμό της οικονομίας! Αναμφίβολα, χρειαζόταν πάρα πολύ θάρρος για να δημοσιεύσει κανείς ένα τέτοιο κείμενο εκείνη την εποχή και μάλιστα στη μητρόπολη του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος...
Άλλο τόσο θάρρος και αποφασιστικότητα να πάει ενάντια στο ρεύμα της εποχής, προδίδει όμως και η σκληρή κριτική της προτελευταίας παραγράφου του κειμένου του Αϊνστάϊν στη σταλινική γραφειοκρατία και στο καθεστώς της. Πράγματι, δεν είναι μόνον ότι το 1949, η (προσωπο)λατρεία του Στάλιν βρίσκεται στο απώγειό της και ότι όποιος αριστερός τολμάει να τον αμφισβητήσει αποκαλύπτοντας την οικτρή αλήθεια για τη σοβιετική πραγματικότητα, αντιμετωπίζεται ως “πουλημένος” και “πράκτορας” του εχθρού, που πρέπει να εξαφανιστεί. Είναι και ότι ο Αϊνστάϊν πάει σε αυτή τη προτελευταία παράγραφο πέρα από την απλή σκληρή κριτική στο σταλινικό καθεστώς, βγάζοντας γενικότερα συμπεράσματα που καταλήγουν στο εντοπισμό της θανάσιμης γραφειοκρατικής παραμόρφωσης που απειλεί κάθε απόπειρα ανατροπής του καπιταλιστικού συστήματος. Και το κάνει κάνοντας διαπιστώσεις αδιανόητες για την επίσημη αριστερά εκείνης την εποχής, όπως ότι “η σχεδιασμένη οικονομία δεν είναι ακόμα ο σοσιαλισμός” και ότι “μια σχεδιασμένη οικονομία μπορεί να συνοδεύεται από την απόλυτη υποδούλωση του ατόμου”. Και όλα αυτά για να καταλήξει απευθύνοντας και στη σημερινή αριστερά 2-3 ερωτήματα καίριας σημασίας για την ίδια τη δεινοπαθούσα αξιοπιστία της, που μένουν πάντα αναπάντητα:“Πώς είναι δυνατό, με δεδομένη την τρομακτική συγκέντρωση πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, να αποτραπεί η γραφειοκρατία από το να γίνει παντοδύναμη και αλαζονική; Πώς μπορούν να προστατευθούν τα δικαιώματα του ατόμου και κατ’επέκταση, πώς μπορεί να εξασφαλισθεί ένα δημοκρατικό αντίβαρο στην εξουσία της γραφειοκρατίας;”
Παρουσιάζοντας το μεγάλο απόσπασμα του “Γιατί σοσιαλισμός;” που ακολουθεί, γράφαμε το 2015 τον εξής μικρό πρόλογο, που νομίζουμε ότι είναι πάντα επίκαιρος: Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να γνωρίσουμε αυτόν τον «άλλο» Αϊνστάιν παρά ακούγοντάς τον να μας μιλάει με τα δικά του λόγια για το περισσότερο παρά ποτέ επίκαιρο ζήτημα… «γιατί σοσιαλισμός;». Και όπως γράφαμε πριν από ακριβώς 10 χρόνια, όταν μεταφράζαμε και δημοσιεύαμε μεγάλα αποσπάσματα αυτού του ιστορικού κειμένου του μεγάλου Αλβέρτου: «Όμως, προσοχή: θα ήταν λάθος να αντιμετωπίσουμε αυτό το κείμενο απλώς σαν κάτι το «αξιοπερίεργο», π.χ. σαν απόδειξη της πολυεδρικής (αναγεννησιακής) προσωπικότητας ενός μεγάλου επιστήμονα που τολμάει να μπαίνει σε «ξένα χωράφια». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα κείμενο που, γραμμένο για το πρώτο τεύχος της αριστερής επιθεώρησης Monthly Review, αποκαλύπτει έναν Αϊνστάιν όχι μόνο βαθύ και τρομερά επίκαιρο στοχαστή των σημερινών προβλημάτων της ανθρωπότητας αλλά και μαχόμενο αντιγραφειοκράτη, δηλαδή αντισταλινικό κομμουνιστή. Στον προσεκτικό αναγνώστη να κρίνει και να βγάλει τα συμπεράσματά του…»
Γιατί σοσιαλισμός;
του Αλβέρτου Αϊνστάϊν
(…) Αναρίθμητες φωνές έχουν ισχυριστεί εδώ και καιρό ότι η ανθρώπινη κοινωνία περνάει κρίση, ότι η σταθερότητά της έχει κλονιστεί σοβαρά. Χαρακτηριστικό αυτής της κατάστασης είναι ότι τα άτομα νοιώθουν αδιάφορα ή ακόμα και εχθρικά απέναντι στην ομάδα, μικρή ή μεγάλη, στην οποία ανήκουν. Και για να κάνω σαφέστερο αυτό που εννοώ, ας μου επιτραπεί να θυμίσω μια προσωπική εμπειρία. Συζητούσα πρόσφατα με έναν έξυπνο και καλοπροαίρετο άνθρωπο την απειλή ενός ακόμα πολέμου, που κατά τη γνώμη μου, θα έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την επιβίωση του ανθρώπινου είδους, και έκανα την παρατήρηση ότι μόνο μια υπερεθνική οργάνωση θα προσέφερε προστασία από αυτό τον κίνδυνο. Τότε ο επισκέπτης μου, πολύ ήρεμα και ψυχρά, μου είπε: «Γιατί είστε τόσο βαθιά αντίθετος στην εξαφάνιση της ανθρώπινης φυλής;»
Είμαι βέβαιος ότι μόλις πριν από έναν αιώνα κανείς δεν θα έλεγε κάτι τέτοιο με τόση ανεμελιά. Πρόκειται για μια δήλωση ενός ανθρώπου που προσπάθησε μάταια να βρει την εσωτερική του ισορροπία και έχασε λίγο ή πολύ κάθε ελπίδα να το πετύχει. Πρόκειται για την έκφραση της επώδυνης μοναξιάς και απομόνωσης από την οποία υποφέρουν τόσοι άνθρωποι στις μέρες μας. Ποια είναι η αιτία; Υπάρχει διέξοδος;
Είναι μεν εύκολο να μπαίνουν τέτοια ερωτήματα, αλλά είναι δύσκολο να απαντηθούν με μια κάποια σιγουριά. Θα το προσπαθήσω, όσο καλύτερα μπορώ, παρόλο που έχω πλήρη συνείδηση του γεγονότος ότι τα αισθήματα και οι προσπάθειές μας είναι συχνά αντιφατικές και ομιχλώδεις και ότι δεν μπορούν να εκφραστούν με απλές και εύκολες διατυπώσεις.
Ο άνθρωπος είναι ταυτόχρονα ον μοναχικό και κοινωνικό. Ως μοναχικό ον, προσπαθεί να προστατεύσει τη δικιά του ύπαρξή καθώς και την ύπαρξη εκείνων που του είναι πιο κοντά, να ικανοποιήσει τις προσωπικές του επιθυμίες, και να αναπτύξει τις έμφυτες δεξιότητές του. Ως κοινωνικό ον, επιδιώκει να κερδίσει την αναγνώριση και τη στοργή των άλλων ανθρώπινων όντων, να μοιραστεί τις χαρές τους, να τα παρηγορήσει στις λύπες τους, και να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής τους. Μόνο η ύπαρξη αυτών των διαφορετικών, συχνά αλληλοσυγκρουόμενων, επιδιώξεων αναδεικνύει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του ανθρώπου, και ο συγκεκριμένος συνδυασμός τους ορίζει πόσο ένα άτομο μπορεί να πετύχει την εσωτερική του ισορροπία και πόσο μπορεί να συμβάλει στην ευτυχία της κοινωνίας. Δεν αποκλείεται η δύναμη αυτών των δυο ροπών να ορίζεται από την κληρονομικότητα. Όμως, η προσωπικότητα που τελικά αναδύεται διαμορφώνεται κατά πολύ από το περιβάλλον μέσα στο οποίο ένας άνθρωπος τυχαίνει να βρεθεί κατά την ανάπτυξή του, από τις δομές της κοινωνίας στην οποία μεγαλώνει, από την παράδοση αυτής της κοινωνίας, και από την αποτίμηση ιδιαίτερων ειδών συμπεριφοράς. Για το κάθε ανθρώπινο ον, η αφηρημένη έννοια «κοινωνία» σημαίνει το συνολικό άθροισμα των άμεσων και έμμεσων σχέσεών του τόσο με τους ανθρώπους της εποχής του όσο και με εκείνους των προηγούμενων γενεών. Το άτομο είναι ικανό να σκέφτεται, να αισθάνεται, να προσπαθεί, και να εργάζεται από μόνο του. Αλλά εξαρτάται τόσο πολύ από την κοινωνία –στην φυσική, διανοητική και συναισθηματική του ύπαρξη- ώστε να είναι αδύνατο να το σκεφτούμε ή να το κατανοήσουμε έξω από το πλαίσιο της κοινωνίας. Είναι η «κοινωνία» που εφοδιάζει τον άνθρωπο με τρόφιμα, ρούχα, με ένα σπίτι, με τα εργαλεία της δουλειάς, με γλώσσα, με τις μορφές σκέψης, και με το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της. Η ζωή του γίνεται δυνατή μέσω της εργασίας και των επιτευγμάτων των πολλών εκατομμυρίων παρόντων και προηγουμένων συνανθρώπων του που όλοι τους κρύβονται πίσω από τη λεξούλα «κοινωνία».
(…) Αν αναρωτηθούμε πώς η δομή της κοινωνίας και η πολιτισμική συμπεριφορά του ανθρώπου μπορούν να αλλάξουν ώστε να κάνουμε την ανθρώπινη ζωή όσο γίνεται πιο ικανοποιητική, θα πρέπει να έχουμε συνεχώς συνείδηση του γεγονότος ότι υπάρχουν ορισμένες συνθήκες που δεν είμαστε σε θέση να μεταβάλλουμε. Όπως προαναφέραμε, η βιολογική φύση του ανθρώπου του ανθρώπου, εξαιτίας όλων των πρακτικών λόγων, δεν μπορεί να αλλάξει. Επιπλέον, οι τεχνολογικές και δημογραφικές εξελίξεις των τελευταίων λίγων αιώνων δημιούργησαν συνθήκες που θα παραμείνουν σε ισχύ. Σε σχετικά πυκνοκατοικημένους πληθυσμούς και με δεδομένα τα αγαθά που είναι απαραίτητα για τη συνέχιση της επιβίωσής τους, είναι εντελώς απαραίτητος ο ακραίος καταμερισμός εργασίας και ένας εξαιρετικά συγκεντρωτικός παραγωγικός μηχανισμός. Έχουν παρέλθει οριστικά οι καιροί –που, κοιτώντας πίσω, φαίνονται τόσο ειδυλλιακοί- όταν τα άτομα ή σχετικά μικρές ομάδες μπορούσαν να είναι εντελώς αυτάρκεις. Είναι μόνο μικρή υπερβολή να πούμε ότι η ανθρωπότητα αποτελεί τώρα μια πλανητική κοινότητα παραγωγής και κατανάλωσης.
Έφτασα τώρα στο σημείο όπου μπορώ να ορίσω εν συντομία τι αποτελεί την ουσία της κρίσης των καιρών μας. Αφορά τη σχέση του ατόμου με την κοινωνία. Το άτομο έχει συνειδητοποιήσει περισσότερο από ποτέ άλλοτε την εξάρτησή του από την κοινωνία. Όμως, δεν βιώνει αυτή την εξάρτηση σαν κάτι θετικό, σαν ένα οργανικό δεσμό, σαν μια προστατευτική δύναμη, αλλά μάλλον σαν μιαν απειλή στα φυσικά του δικαιώματα, ή ακόμα και στην οικονομική του ύπαρξη. Επιπλέον, η θέση του στην κοινωνία είναι τέτοια ώστε οι εγωιστικές επιδιώξεις του να οξύνονται συνεχώς, ενώ οι κοινωνικές του επιδιώξεις, που είναι από τη φύση τους πιο αδύναμες, να επιδεινώνονται προοδευτικά. Όλα τα ανθρώπινα όντα, όποια κι αν είναι η θέση τους στην κοινωνία, υποφέρουν από αυτή τη διαδικασία επιδείνωσης. Φυλακισμένα, χωρίς να το ξέρουν, του ίδιου του εγωισμού τους, αισθάνονται ανασφαλή, μοναχικά και στερημένα από την αφελή, απλή και ανεπιτήδευτη απόλαυση της ζωής. Ο άνθρωπος μπορεί να βρει το νόημα της -σύντομης και επικίνδυνης καθώς είναι- ζωής μόνο αφιερώνοντας τον εαυτό του στην κοινωνία.
Η οικονομική αναρχία της καπιταλιστικής κοινωνίας όπως αυτή υπάρχει σήμερα είναι, κατά τη γνώμη μου, η αληθινή πηγή του κακού. Βλέπουμε μπροστά μας μια τεράστια κοινότητα παραγωγών τα μέλη της οποίας αγωνίζονται ασταμάτητα να στερήσουν το ένα το άλλο από τα προϊόντα της συλλογικής τους εργασίας –όχι με τη βία, αλλά μάλλον εφαρμόζοντας πιστά νόμιμα εγκαθιδρυμένους κανόνες. Σε σχέση με αυτό, είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι τα παραγωγικά μέσα –δηλαδή, η συνολική παραγωγική ικανότητα που χρειάζεται για να παραχθούν καταναλωτικά αγαθά όπως και επιπρόσθετα κεφαλαιουχικά αγαθά- μπορεί νόμιμα να είναι, και κατά κύριο λόγο είναι, ιδιωτική ιδιοκτησία ατόμων.
Για να απλουστεύσω, στη συζήτηση που ακολουθεί θα αποκαλώ «εργάτες» όλους εκείνους που δεν μετέχουν στην ιδιοκτησία των παραγωγικών μέσων –παρόλο που αυτό δεν αντιστοιχεί πλήρως στη συνήθη χρήση του όρου. Ο ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής είναι σε θέση να αγοράζει την εργατική δύναμη του εργάτη. Χρησιμοποιώντας τα παραγωγικά μέσα, ο εργάτης παράγει νέα αγαθά που γίνονται ιδιοκτησία του κεφαλαιοκράτη. Το ουσιώδες σημείο αυτής της διαδικασίας είναι η σχέση μεταξύ αυτού που ο εργάτης παράγει και αυτού με το οποίο πληρώνεται, πράγματα που μετρώνται και τα δυο με όρους πραγματικής αξίας. Στην περίπτωση που η σύμβαση εργασίας είναι «ελεύθερη», αυτό που αποκομίζει ο εργάτης καθορίζεται όχι από την πραγματική αξία των αγαθών που παράγει, αλλά από τις ελάχιστες ανάγκες του και τις απαιτήσεις των καπιταλιστών για εργασιακή εξουσία σε σχέση με τον αριθμό των εργατών που ανταγωνίζονται για θέσεις εργασίας. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι ακόμα και στη θεωρία η πληρωμή του εργάτη δεν καθορίζεται από την αξία του προϊόντος του.
Το ιδιωτικό κεφάλαιο τείνει να συγκεντρωθεί σε μερικά χέρια, εν μέρει εξαιτίας του ανταγωνισμού μεταξύ των καπιταλιστών, και εν μέρει επειδή η τεχνολογική ανάπτυξη και η αύξηση του καταμερισμού εργασίας ενθαρρύνουν τη δημιουργία μεγαλύτερων παραγωγικών μονάδων σε βάρος των μικρότερων. Το αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων είναι μια ολιγαρχία ιδιωτικού κεφαλαίου η τεράστια δύναμη της οποίας δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί ουσιαστικά ακόμα και από μια δημοκρατικά οργανωμένη πολιτική κοινωνία. Αυτό αληθεύει επειδή τα μέλη των νομοθετικών οργάνων επιλέγονται από πολιτικά κόμματα, που χρηματοδοτούνται σε πολύ μεγάλο βαθμό ή έστω επηρεάζονται από ιδιωτικούς καπιταλιστές που, για πρακτικούς λόγους, διαχωρίζουν το εκλογικό σώμα από το κοινοβούλιο. Η συνέπεια είναι ότι οι εκπρόσωποι του λαού ντε φάκτο δεν υπερασπίζονται τα συμφέροντα των μη προνομιούχων τμημάτων του πληθυσμού. Επιπλέον, υπό τις παρούσες συνθήκες, οι ιδιωτικοί κεφαλαιοκράτες αναπόφευκτα ελέγχουν, άμεσα ή έμμεσα, τις κύριες πηγές πληροφόρησης (τύπος, ραδιόφωνο, εκπαίδευση). Είναι λοιπόν εξαιρετικά δύσκολο, και σε πολλές περιπτώσεις σχεδόν αδύνατο, για τον εξατομικευμένο πολίτη να οδηγηθεί σε αντικειμενικά συμπεράσματα και να κάνει έξυπνη χρήση των πολιτικών δικαιωμάτων του.
Η κατάσταση που επικρατεί στην οικονομία που βασίζεται στην ιδιωτική ιδιοκτησία του κεφαλαίου χαρακτηρίζεται λοιπόν από δυο κύριες αρχές: πρώτον, τα παραγωγικά μέσα (κεφάλαιο) κατέχονται ιδιωτικώς και οι κάτοχοι τα κάνουν ό,τι θέλουν. Δεύτερον, η σύμβαση εργασίας είναι ελεύθερη. Φυσικά, δεν υπάρχει πούρα καπιταλιστική κοινωνία με αυτή την έννοια. Ειδικότερα, πρέπει να αναφέρουμε ότι οι εργάτες, μέσα από μακρόχρονους και σκληρούς πολιτικούς αγώνες, έχουν πετύχει να εξασφαλίσουν μια κάπως βελτιωμένη μορφή «ελεύθερης σύμβασης εργασίας» για ορισμένες κατηγορίες εργατών. Όμως, εξεταζόμενη ως ένα σύνολο, η σημερινή οικονομία δεν διαφέρει και πολύ από τον «πούρο» καπιταλισμό.
Η παραγωγή γίνεται για το κέρδος, όχι για τη χρήση της. Δεν υπάρχει πρόνοια ότι όλοι εκείνοι που είναι ικανοί και πρόθυμοι να εργαστούν θα είναι πάντα σε θέση να βρίσκουν εργασία. Ο «στρατός των ανέργων» υπάρχει σχεδόν πάντα. Ο εργάτης φοβάται συνεχώς μην χάσει τη δουλειά του. Μια και οι άνεργοι και οι κακοπληρωμένοι εργάτες δεν δημιουργούν μια επικερδή αγορά, η παραγωγή καταναλωτικών αγαθών περιορίζεται, και η συνέπεια είναι μεγάλα δεινά. Η τεχνολογική πρόοδος οδηγεί συχνά σε ακόμα μεγαλύτερη ανεργία παρά στη μείωση του φόρτου εργασίας για όλους. Το κίνητρο του κέρδους, σε συνδυασμό με τον ανταγωνισμό μεταξύ των καπιταλιστών, ευθύνεται για την αστάθεια στη συσσώρευση και στη χρήση του κεφαλαίου, που οδηγεί σε όλο και πιο σοβαρές υφέσεις. Ο απεριόριστος ανταγωνισμός οδηγεί σε τεράστια σπατάλη εργασίας, καθώς και στον ακρωτηριασμό της κοινωνικής συνείδησης των ατόμων, που ανάφερα προηγουμένως.
Είναι αυτός ο ακρωτηριασμός των ατόμων που θεωρώ ως το χειρότερο κακό του καπιταλισμού. Ολάκερο το εκπαιδευτικό μας σύστημα υποφέρει από αυτό το κακό. Εμφυσούν στον σπουδαστή την υπερβολικά ανταγωνιστική συμπεριφορά, προπονώντας τον στη λατρεία της επίκτητης επιτυχίας ως προετοιμασίας για τη μελλοντική του καριέρα.
Είμαι πεπεισμένος ότι υπάρχει μόνον ένας τρόπος για να εξαλειφθούν αυτά τα σοβαρά κακά, καθαρά και ξάστερα μέσα από την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής οικονομίας, που θα συνοδεύεται από ένα εκπαιδευτικό σύστημα προσανατολισμένο προς κοινωνικούς στόχους. Σε μια τέτοια οικονομία, τα παραγωγικά μέσα είναι ιδιοκτησία της ίδιας της κοινωνίας και χρησιμοποιούνται με σχεδιασμένο τρόπο. Μια σχεδιασμένη οικονομία, που προσαρμόζει την παραγωγή στις ανάγκες της κοινότητας, θα διανέμει την απαιτούμενη εργασία μεταξύ όλων εκείνων που είναι ικανοί να εργάζονται και θα εξασφαλίζει τα προς το ζειν σε κάθε άνδρα, γυναίκα και παιδί. Η εκπαίδευση του ατόμου, πέρα από την ανάπτυξη των έμφυτων ικανοτήτων του καθενός, θα προσπαθεί να αναπτύξει το αίσθημα ευθύνης απέναντι στους συνανθρώπους μας αντί να υμνεί την εξουσία και την επιτυχία, όπως γίνεται στη σημερινή κοινωνία μας.
Ωστόσο, είναι αναγκαίο να θυμόμαστε ότι η σχεδιασμένη οικονομία δεν είναι ακόμα ο σοσιαλισμός. Μια σχεδιασμένη οικονομία μπορεί να συνοδεύεται από την απόλυτη υποδούλωση του ατόμου. Η επίτευξη του σοσιαλισμού απαιτεί την επίλυση μερικών πολύ δύσκολων κοινωνικο-πολιτικών προβλημάτων: πώς είναι δυνατό, με δεδομένη την τρομακτική συγκέντρωση πολιτικής και οικονομικής εξουσίας, να αποτραπεί η γραφειοκρατία από το να γίνει παντοδύναμη και αλαζονική; Πώς μπορούν να προστατευθούν τα δικαιώματα του ατόμου και κατ’επέκταση, πώς μπορεί να εξασφαλισθεί ένα δημοκρατικό αντίβαρο στην εξουσία της γραφειοκρατίας;
Στη σημερινή μεταβατική εποχή είναι ύψιστης σημασίας η διαφάνεια για τους στόχους και τα προβλήματα του σοσιαλισμού. Επειδή, υπό τις παρούσες συνθήκες, η ελεύθερη και ανεμπόδιστη συζήτηση αυτών των προβλημάτων έχει φτάσει να γίνει ένα πανίσχυρο ταμπού, θεωρώ ότι η ίδρυση αυτού του περιοδικού συνιστά μια σπουδαία υπηρεσία κοινής ωφέλειας.
* Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε αρχικά για το πρώτο τεύχος του Monthly Review (Μάης 1949).
Σημειώσεις
1. “Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν (γερμανική γλώσσα: Albert Einstein, ορθός τονισμός Άινσταϊν, Ουλμ, 14 Μαρτίου 1879 – Πρίνστον, 18 Απριλίου 1955) ήταν Γερμανός φυσικός εβραϊκής καταγωγής, ο οποίος βραβεύτηκε με το Νόμπελ Φυσικής το 1921 για τις υπηρεσίες του στην θεωρητική φυσική. Είναι ο θεμελιωτής της Θεωρίας της Σχετικότητας και από πολλούς θεωρείται ο σημαντικότερος επιστήμονας του 20ού αιώνα και ένας απ'τους μεγαλύτερους όλων των εποχών. Εξέδωσε πάνω από 300 επιστημονικές δημοσιεύσεις, καθώς και 151 συγγράμματα για το ευρύ κοινό. Είναι πιο γνωστός στο ευρύ κοινό ιδιαίτερα για τον τύπο του E=mc² που αναφέρεται από πολλούς ως «η πιο διάσημη εξίσωση στη φυσική». Η επίδραση των ανακαλύψεων του Αϊνστάιν σχετικά με την φύση του χώρου και του χρόνου, εξακολουθεί να αποτελεί κεντρικό αντικείμενο της επιστημονικής έρευνας σε φυσική, κοσμολογία, και μαθηματικά, ενώ το επώνυμο του χρησιμοποιείται συχνά ως χαρακτηρισμός για να δηλώσει πως κάποιος έχει υψηλή ευφυΐα.” (από τη Wikipedia)
2. “Ο Λεβ Νταβίντοβιτς Λαντάου (Ле́в Дави́дович Ланда́у, 22 Ιανουαρίου 1908 – 1 Απριλίου 1968) ήταν Σοβιετικός φυσικός που έλυσε πολλά σημαντικά ζητήματα της Θεωρητικής Φυσικής. Τα επιτεύγματά του περιλαμβάνουν την κβαντική θεωρία του διαμαγνητισμού, τη θεωρητική ερμηνεία της υπερρευστότητας, τη θεωρία των μεταβολών φάσεως δεύτερης τάξεως, τη Θεωρία Γκίνσμπουργκ-Λαντάου για την υπεραγωγιμότητα, την ερμηνεία του φαινομένου της «αποσβέσεως Λαντάου» στη Φυσική Πλάσματος, τον πόλο Λαντάου στην Κβαντική Ηλεκτροδυναμική, τη θεωρία των νετρίνων και τη συμβολή στην επινόηση της μεθόδου του πίνακα πυκνότητας στην Κβαντομηχανική. Του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Φυσικής του 1962 για την ανάπτυξη μιας μαθηματικής θεωρίας της υπερρευστότητας που εξηγεί όλες τις παράδοξες ιδιότητες του υγρού ηλίου (He II) σε θερμοκρασίες κάτω των 2,17 K (−270,98 °C)” (από τη Wikipedia)