Συνέπειες της υπερθέρμανσης:
για τη Διακυβερνητική Επιτροπή είναι ταχύτερες και χειρότερες από ό,τι είχε προβλεφθεί
του Daniel Tanuro
Η έκθεση για τις συνέπειες και τη προσαρμογή στη κλιματική αλλαγή της Ομάδας Εργασίας ΙΙ της Διακυβερνητικής Επιτροπής για τη Κλιματική Αλλαγή (ΔΕΚΑ), υψώνει έντονη κραυγή συναγερμού: η καταστροφή είναι πιο σοβαρή από αυτή που είχαν προβάλει τα μοντέλα, οι συνέπειες της εκδηλώνονται ταχύτερα και όλοι οι κίνδυνοι αυξάνονται. Οι φτωχοί, οι ιθαγενείς λαοί, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι απειλούνται όλο και πιο πολύ, ειδικά στις χώρες του παγκόσμιου Νότου. Οι πολιτικές που ακολουθούνται για να περιορίσουν τις ζημιές είναι ακατάλληλες, είναι αντίθετες στη βιωσιμότητα και αυξάνουν τις κοινωνικές ανισότητες. Οι συγγραφείς τάσσονται υπέρ μιας περιεκτικής προσέγγισης για να μετασχηματιστεί η κοινωνία σε όλα τα επίπεδα.
Οι διαπιστώσεις
Τα οικοσυστήματα αλλοιώνονται παντού από τη κλιματική αλλαγή. Για μερικά από αυτά, τα όρια της προσαρμογής έχουν ξεπεραστεί (ειδικά στις περιοχές των Πόλων και του Ισημερινού) -δεν θα μπορέσουν να αναβιώσουν με φυσικό τρόπο. Ορισμένα ακραία φαινόμενα ξεπερνούν τους μέσους όρους που είχαν προβληθεί για το τέλος του αιώνα. Είδη εξαφανίζονται κιόλας εξαιτίας της υπερθέρμανσης.
Οι ανθρώπινες επιπτώσεις είναι ανησυχητικές. Οι πυρκαγιές δασών και τυρφώνων τύρφης, η αποστράγγιση υγρών ζωνών και η αποδάσωση έχουν ως συνέπεια ότι ορισμένα πηγάδια διοξειδίου του άνθρακα μεταβάλλονται σε πηγές του (ειδικά το αμαζόνιο δάσος). Η παραγωγικότητα της γεωργίας, των δασών και των αλιευτικών πεδίων μειώνεται, γεγονός που απειλεί τη διατροφική ασφάλεια. Η ετυμηγορία των επιστημόνων είναι κατηγορηματική: το παγκόσμιο διατροφικό σύστημα αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει την πρόκληση της διατροφικής ανασφάλειας και του υποσιτισμού με βιώσιμο τρόπο.
Τα διακυβεύματα του νερού είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. Ενώ ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός γνωρίζει μια σοβαρή έλλειψη νερού τουλάχιστον για ένα μήνα το χρόνο, μισό δισεκατομμύριο άνθρωποι ζουν σε περιοχές όπου οι μέσες βροχοπτώσεις βρίσκονται εφεξής στο επίπεδο των βροχών που είχαμε προηγουμένως μόνο κάθε έξι χρόνια. Η τήξη των ορεινών παγετώνων προκαλεί πλημμύρες ή ελλείψεις και οι ασθένειες που προκαλούνται από το νερό πλήττουν εκατομμύρια πρόσθετους ανθρώπους στην Ασία, στην Αφρική και στη Κεντρική Αμερική.
Γενικότερα, οι υγειονομικές συνέπειες της υπερθέρμανσης είναι βαρύτατες, και αυξάνουν τις ανισότητες. Στις χώρες που είναι ιδιαίτερα ευάλωτες στην υπερθέρμανση (όπου ζουν 3,3 δισεκατομύρια άνθρωποι), η θνησιμότητα που οφείλεται στις πλημμύρες, στις ξηρασίες, στις καταιγίδες είναι δεκαπέντε φορές μεγαλύτερη από αλλού πάνω στη Γη. Μερικές περιοχές του πλανήτη πλησιάζουν ή γνωρίζουν ήδη ένα επίπεδο θερμικής τάσης ασύμβατο με την εργασία. Πολλά φαινόμενα που συνδέονται με την υπερθέρμανση (ζέστη, κρύο, σκόνες, τροποσφαιρικό όζον, λεπτά σωματίδια, αλλεργιογόνα) ευνοούν τις χρόνιες ασθένειες των αναπνευστικών οδών. Η καταστροφή των φυσικών βιοτόπων και η μετανάστευση των ειδών ευνοούν τις ζωονόσους.
Η κλιματική αλλαγή έχει γίνει βασικός παράγοντας των μεταναστεύσεων και των μετακινήσεων των ανθρώπινων πληθυσμών. Από το 2008, είκοσι εκατομμύρια άνθρωποι αναγκάζονται να μετακινηθούν κάθε χρόνο εξαιτίας ακραίων μετεωρολογικών γεγονότων (ειδικά, καταιγίδων και πλημμυρών). Αυτά τα ανθρώπινα δράματα πλήττουν κυρίως τη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία, την υποσαχάρια Αφρική και τα μικρά νησιώτικα κράτη. Άλλοι πληθυσμοί δεν μπορούν να φύγουν από περιοχές που έχουν γίνει αφιλόξενες, επειδή δεν διαθέτουν τα μέσα ή για άλλους λόγους.
Οι μεγάλες αστικές συγκεντρώσεις του παγκόσμιου Νότου είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένες στις συνδυασμένες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και στις κοινωνικές αιτίες της ευαλωτότητας. Είναι κυρίως η περίπτωση των άτυπων περιφερειών -χωρίς νερό και υπονόμους, που βρίσκονται συχνά σε πλαγιές εκτεθειμένες σε κατολισθήσεις-(όπου οι γυναίκες και τα παιδιά είναι η πλειοψηφία). Στην υποσαχάρια Αφρική, το 60% του αστικού πληθυσμού ζει στις άτυπες επεκτάσεις των πόλεων. 529 εκατομμύρια Ασιατών ζουν στις ίδιες επισφαλείς συνθήκες.
Οι προβολές
Οι προβολές είναι ακόμα πιο ανησυχητικές από τις διαπιστώσεις, και συνοψίζονται σε λίγα λόγια: κλιμάκωση των απειλών.
Σύμφωνα με τους/τις συγγραφείς, κάθε μικροπρόθεσμη πρόσθετη υπερθέρμανση αυξάνει τους κινδύνους για τα οικοσυστήματα σε όλες τις περιοχές. Το προβαλόμενο ποσοστό ειδών σε μεγάλο κίνδυνο εξαφάνισης στους 1,5°C, 2°C και 3°C είναι αντίστοιχα 9%, 10% και 12% (προσοχή: η αβεβαιότητα είναι μεγάλη, η πραγματικότητα θα μπορούσε να είναι ακόμα χειρότερη), με ένα ποιοτικό άλμα μεταξύ +1°C et +3°C.1
Τα ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα και άλλοι παράγοντες άγχους θα αυξηθούν σε έκταση και συχνότητα, επιταχύνοντας την υποβάθμιση των οικοσυστημάτων και την απώλεια οικοσυστημικών υπηρεσιών. Με υπερθέρμανση 4°C, η συχνότητα των πυρκαγιών θα αυξηθεί για παράδειγμα κατά 50% έως 70%. Οι αλλαγές στη διαστρωμάτωση των υδάτων των ωκεανών θα μειώσουν τη ροή των θρεπτικών στοιχείων. Οι προσωρινές απορρυθμίσεις στην ανάπτυξη του φυτοπλαγκτόν κινδυνεύουν να μειώσουν τους αλιευτικούς πόρους.
Κάθε πρόσθετη υπερθέρμανση θα αυξήσει επίσης την πίεση πάνω στο διατροφικό σύστημα και στη διατροφική ασφάλεια. Οι αρνητικές συνέπειες της υπερθέρμανσης θα γίνουν καθοριστικές για όλα τα διατροφικά συστήματα και οι περιφερειακές ανισότητες στο τομέα της διατροφικής ασφάλειας θα αυξηθούν, σύμφωνα με τους/τις ερευνητές/ριες. Σε συνάρτηση με τα σενάρια, η συνολική βιομάζα των ωκεανών θα μειωθεί από 5,7% έως 15,5% το 2080-2099 σε σχέση με το 1990-2014, και ο αριθμός των υποσιτισμένων ανθρώπων θα αυξηθεί κατά πολλές δεκάδες εκατομμύρια μέχρι το 2050.
Το ζήτημα του νερού θα οξυνθεί με όρους βιωσιμότητας. Με μέσα σενάρια, από τώρα μέχρι το 2100, οι παγετώνες των υψηλών βουνών θα εξαφανιστούν κατά 50% στην Ασία. Με υπερθέμανση 1,6°C, ο αριθμός των εκτοπισμένων ανθρώπων στην Αφρική ως επακόλουθο των πλημμυρών θα αυξηθεί καα 200% (και κατά 600% με 2,6°C). Με 2°C υπερθέμανσης, οι αγροτικές ξηρασίες θα αυξηθούν κατά 150% μέχρι 200% στη λεκάνη της Μεσογείου, στη δυτική Κίνα και στα μεγάλα υψόμετρα της Βόρειας Αμερικής και της Ευρασίας. Με 2,5°C, 55% μέχρι 68% των εμπορικά εκμεταλλεύσιμων ειδών των ψαριών του γλυκού νερού στην Αφρική θα κινδυνεύουν να εξαφανισθούν.
Η άνοδος της επιφάνειας των ωκεανών θα γίνει όλο και πιο απειλητική: οι κίνδυνοι στις παράκτιες περιοχές θα αυξηθούν ιδιαίτερα μετά το 2050 και θα συνεχίσουν να αυξάνονται κατόπιν, ακόμα και αν σταματούσε η υπερθέρμανση. Ο κίνδυνος θα αυξηθεί κατά 20% για μια άνοδο 15cm, θα διπλασιαστεί για μια άνοδο 75cm και θα τριπλασιαστεί για μιαν άνοδο 1,4 μέτρων (προσοχή : μια τέτοια άνοδος είναι πιθανή στη διάρκεια αυτού του αιώνα). Η Αφρική είναι εδώ επίσης απειλούμενη : από 108 έως 116 εκατομμύρια άνθρωποι που πλήττονται ήδη από το 2030, και μέχρι 245 εκατομμύρια το 2060. Οι αναπτυγμένες χώρες δεν είναι ασφαλείς : ο κίνδυνος θα πολλασιαστεί επί δέκα στην Ευρώπη από τώρα μέχρι το 2100, και ακόμα ταχύτερα και παραπάνω αν συνεχιστεί η ίδια πολιτική.
Οι συνέπειες για την υγεία είναι στο διαπασών, και οξύνονται από το γεγονός της “επιδείνωσης και της καταστροφής των συστημάτων υγείας”. Ένα σενάριο υψηλών εκπομπών θα αύξανε κατά 9 εκατομμύρια το 2100 τον ετήσιο αριθμό των κλιματικών νεκρών. Σε ένα μέσο σενάριο, αυτός ο αριθμός θα αυξανόταν κατά 250.000 ετησίως το 2050. Οι γραμμές των θυμάτων του υποσιτισμού θα διογκώνονταν, κυρίως στην Αφρική, στη νότια Ασία και στη Κεντρική Αμερική. Σε όλα τα σενάρια, οι περιοχές του πλανήτη που είναι σήμερα πυκνοκατοικημένες θα γίνουν επικίνδυνες ή ακατοίκητες.
Αν οι πολιτικές ανισοτήτων συνεχίσουν, ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν σε ακραία φτώχεια θα περάσει από τα 700 εκατομμύρια στο ένα δισεκατομμύριο ήδη από το 2030. Οι συγγραφείς επικαλούνται σε σχέση με αυτό ότι θα ξεπεραστούν “μη αναστρέψιμα κοινωνικά σημεία”.
Μείζονες ανησυχίες
Όπως και σε προηγούμενες εκθέσεις, η Ομάδα Εργασίας ΙΙ εντοπίζει πέντε “λόγους μειζόνων ανησυχιών” (« major Reasons for Concern, RFC): τα απειλούμενα μοναδικά οικοσυστήματα, όπως οι κοραλλιογενείς όγκοι και τα ορεινά μέρη (RFC1).
Τα ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα (RFC2). Το κοινωνικό μοίρασμα των συνεπειών (RFC3). Ορισμένες παγκόσμιες επιπτώσεις, όπως ο αριθμός των κλιματικών θανάτων (RFC4). Τα μεμονωμένα γεγονότα μεγάλης έκτασης, όπως η τήξη των παγετώνων (RFC5).
Για κάθε έναν από αυτούς του RFC, οι συγγραφείς συγκρίνουν το παρόν επίπεδο κινδύνου με το επίπεδο κινδύνου που είχε εκτιμηθεί στην προηγούμενη έκθεση (5η έκθεση εκτίμησης της Διακυβερνητικής, 2014). Το επίπεδο κινδύνου αναφέρεται στο στόχο της Συνθήκης πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για τις Κλιματικές Αλλαγές (UNFCCC) που υιοθετήθηκε στο Ρίο (1992: “να αποφύγουμε μια επικίνδυνη ανθρωπική διαταραχή του κλιματικού συστήματος”. Το συμπέρασμα της σύγκρισης θα έπρεπε να ηχήσει σαν σειρήνα συναγερμού: ο κίνδυνος έχει γίνει υψηλός έως πολύ υψηλός για τα πέντε RFC σε όλα τα σενάρια (ακόμα και αν το επίπεδο της υπερθέρμανσης παραμείνει χαμηλό). Το να μείνουμε κάτω από 1,5°C θα επέτρεπε ο κίνδυνος να παραμείνει “μέτριος” για τα RFC 3,4 και 5, αλλά είναι εφεξής υψηλός για το RFC 2, και είναι καθ’οδόν για να περάσει από υψηλός σε πολύ υψηλός για το RFC 1.
Γνωρίζουμε ότι ορισμένα σενάρια μείωσης των εκπομπών ποντάρουν σε ένα “προσωρινό ξεπέρασμα” του 1,5°C, ενώ θα παραμένουμε αρκετά κάτω από 2°C “ (συμφωνία του Παρισιού). Θα προέκυπταν σοβαροί κίνδυνοι και μη αναστρέψιμες επιπτώσεις, λένε οι ερευνητές/τριες. Επιπλέον, θα αυξανόταν ο κίνδυνος να απελευθερώνονταν μεγάλες ποσότητες άνθρακα αποθηκευμένου στα οικοσυστήματα (ως επακόλουθο πυρκαγιών, τήξης του περμαφρόστ, κλπ), πράγμα που θα επιτάχυνε την κλιματική καταστροφή.
Όρια της προσαρμογής, αδικία των πολιτικών
Οι κυβερνήσεις καμώνονται πως ασκούν μια πολιτική προσαρμογής στο αναπόφευκτο τμήμα των κλιματικών αλλαγών, όπως το προβλέπουν οι διεθνείς συμφωνίες. Η έκθεση της Ομάδας Εργασίας ΙΙ κάνει τον απολογισμό της: 1) είναι άδικη και αναποτελεσματική, και ωφελεί περισσότερο τα υψηλά εισοδήματα παρά τους φτωχούς. 2) αντί να συμπληρώνει την απαραίτητη δραστική και ταχεία μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της χρησιμεύει ως υποκατάστατο, έτσι ώστε να επιδεινώνεται η υπερθέμανση, γεγονός που μειώνει τις δυνατότηες προσαρμογής, σε βάρος των φτωχών. 3) αυτά τα περιθώρια ελιγμών είναι ακόμα πιο περιορισμένα εξαιτίας της λήψης μέτρων που στοχεύουν να παρακάμψουν τη μείωση των εκπομπών (για παράδειγμα: δέσμευση-παγίδευση άνθρακα, φύτεμα δέντρων, μεγάλα υδροηλεκτρικά φράγματα) σε βάρος των ιθαγενών λαών, των φτωχών πληθυσμών και των γυναικών.
Η έκθεση δηλώνει ξεκάθαρα ότι “οι κυρίαρχες αναπτυξιακές στρατηγικές είναι αντίθετες σε μια βιώσιμη ανάπτυξη από τη κλιματική άποψη”. Προβάλλονται πολλοί λόγοι: η αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων, η ανεξέλεγκτη αστικοποίηση, οι εξαναγκαστικές μεταναστεύσεις και εκτοπίσεις, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σε συνεχή άνοδο, η συνέχιση των αλλαγών χρήσης της γης, η αναστροφή της μακροπρόθεσμης τάσης για επέκταση του προσδόκιμου ζωής.
Σύμφωνα με τους/τις συγγραφείς, είναι καθοριστικό να αναπτύξουμε μια περιεκτική και δίκαιη πολιτική, ειδικά για τους ιθαγενείς λαούς οι γνώσεις των οποίων πρέπει να αξιοποιηθούν. Το empowerment (ενδυνάμωση) των περιθωριοποιημένων κοινοτήτων είναι αποφασιστικής σημασίας για την συν-παραγωγή μιας βιώσιμης κλιματικής πολιτικής. Η έλλειψη κοινωνικής δικαιοσύνης των κυβερνήσεων εντοπίζεται ως το πιο μεγάλο εμπόδιο, ειδικά απέναντι στις προκλήσεις του πλέγματος διατροφή-ενέργεια-νερό.
Οι υπηρεσίας υγείας, εκπαίδευσης και οι βασικές κοινωνικές υπηρεσίες είναι ζωτικής σημασίας για να αυξηθεί η ευημερία των πληθυσμών και η βιωσιμότητα της ανάπτυξης, διαβάζουμε στην έκθεση. Έχει άρα προτεραιότητα να αυξηθούν τα οικονομικά μέσα στου παγκόσμιου Νότου, όπου το κόστος της προσαρμογής στην υπερθέρμανση θα ξεπεράσει πολύ γρήγορα τα 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως που ο Βορράς έχει υποσχεθεί να δώσει (αλλά δεν έδωσε) στο Πράσινο Ταμείο για το κλίμα. Η έκθεση αναφέρει ποσά ύψους 127 έως 290 δισεκατομμυρίων ετησίως το 2030-2050, που θα μπορούσαν να φτάσουν και τα 1000 δισεκατομμύρια.
Η έκθεση της Ομάδας Εργασίας ΙΙ της Διακυβερνητικής Επιτροπής δεν προτείνει προφανώς μια κοινωνική στρατηγική πάλης ενάντια στην καπιταλιστική κλιματική καταστροφή: ο γενικός τόνος είναι εκείνος των καλών προθέσεων και των ευσεβών ευχών που περιλαμβάνουν όλους τους κοινωνικούς παίκτες. Όμως, οι ακτιβιστές των κοινωνικών κινημάτων θα βρουν σε αυτή την έκθεση δύο πράγματα που είναι χρήσιμα στον αγώνα τους: μια επιστημονική επιβεβαίωση της ακραίας σοβαρότητας των συνεπειών της υπερθέρμανσης, και μια αυστηρή ανάδειξη της συστημικής αδικίας των κλιματικών πολιτικών.
Σημείωση
1. Το 9% της εξαφάνισης αντιπροσωπεύει πάνω από χίλιες φορές το φυσικό ποσοστό εξαφάνισης των ειδών
Ντανιέλ Τανούρο, 28 Φεβρουαρίου 2022
Μετάφραση: Γιώργος Μητραλιάς